Με βήμα σημειωτόν επιστρέφουν χρήματα στις τράπεζες
Αν ένα σημαντικό μέρος του στόχου των τεσσάρων συστημικών τραπεζών για την απομείωση των τραπεζικών ανοιγμάτων τους (μη εξυπηρετούμενα και επισφαλή δάνεια) που είχαν φτάσει στο αποκορύφωμα τους τα 107 δισ. ευρώ επετεύχθη φέτος μέσω των λογιστικών διαγραφών δανείων, από το 2018 τα πράγματα φαίνεται πως αλλάζουν.
Από το νέο έτος οι τράπεζες αλλάζουν… τροπάρι και σκληραίνουν τη στάση τους έναντι του 50% των δανειοληπτών που έχει κηρύξει, κυρίως τα τελευταία χρόνια, στάση πληρωμών. Και ο λόγος, εκτός των άλλων, είναι οι δεσμεύσεις τους έναντι του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για μείωση κατά 31,2 δισ. ευρώ των μη εξυπηρετούμενων και επισφαλών δανείων τους έως τα τέλη του 2019 που σήμερα αγγίζουν τα 100 δισ. ευρώ, εφαρμόζοντας νέο μείγμα μέτρων και δράσεων έναντι των κακοπληρωτών δανειοληπτών…
Σύμφωνα με αναφορά τους στον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό σκοπεύουν οι εισπράξεις τους να προέλθουν κατά ποσοστό πάνω από 60% από πωλήσεις δανείων σε funds και εκποιήσεις ενεχύρων μέσω πλειστηριασμών και το υπόλοιπο ποσοστό από ρυθμίσεις και λογιστικές διαγραφές δανείων που φέτος αποτέλεσαν τον κανόνα για τον περιορισμό των ανοιγμάτων τους.
Ήδη όπως έχουν ανακοινώσει οι τέσσερις συστημικές τράπεζες μαζί με τις συνεταιριστικές και την τράπεζα Αττικής σκοπεύουν να βγάλουν προς διάθεση και πώληση σε funds (το έχουν ήδη κάνει κάποιες) πακέτα επιχειρηματικών και καταναλωτικών δανείων, τα οποία δεν έχουν εξασφαλίσεις.

Ο στόχος είναι μέχρι τα τέλη του 2019:
  • να πωληθούν ανεξόφλητα και μη εξυπηρετούμενα δάνεια αξίας 11,6 δισ. ευρώ, πολλά από τα οποία έχουν ήδη διαγράψει από τα λογιστικά τους βιβλία
  • 10.6 δισ. ευρώ προσδοκούν να εισπράξουν από εκποιήσεις καλύψεων (ενεχύρων) μέσω σαρωτικών πλειστηριασμών
  • 8,8 δισ. ευρώ από διαγραφές και ρυθμίσεις δανείων στα επόμενα δύο χρόνια.

Με το σταγονόμετρο οι επιστροφές καταθέσεων στις τράπεζες

Από την άλλη, με βήμα σημειωτόν σημειώθηκαν φέτος ορισμένες επιστροφές χρηματικών ποσών στις τράπεζες από επιχειρήσεις και νοικοκυριά και όταν αυτό συνέβη αφορούσε ελάχιστα δισ. ευρώ για κάποιους μήνες, τα οποία όμως χάνονταν τους επόμενους μήνες από το τραπεζικό σύστημα λόγω φορολογικών και μη υποχρεώσεων νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Αποτέλεσμα το καταθετικό κομμάτι των τραπεζών να μοιάζει στάσιμο και παγωμένο, αν σκεφτεί κανείς ότι οι τράπεζες έχασαν την τελευταία 7ετία τουλάχιστον 90 δισ. ευρώ (από 213 δισ. ευρώ το 2010 στα 123 δισ. ευρώ σήμερα) τα οποία κατευθύνθηκαν στο εξωτερικό ή κρύφτηκαν σε σπίτια. Τις επιστροφές χρημάτων, παρότι έχει αποκατασταθεί το πολιτικοοικονομικό περιβάλλον και η Ελλάδα ετοιμάζεται να εξέλθει των μνημονίων, δεν διευκολύνουν και τα καταθετικά επιτόκια που είναι κατά μέσο όρο μόλις 0,3% εάν πρόκειται για ταμιευτηρίου ή κάτω από τη μονάδα εάν πρόκειται για προθεσμιακές καταθέσεις.
Από την άλλη, παρότι η ζήτηση είναι περιορισμένη, η χορήγηση τραπεζικής ρευστότητας μέσω δανείων παραμένει ακριβή, καθώς στα επιχειρηματικά δάνεια τα επιτόκια είναι 4,5%-5,5%, στα επαγγελματικά κυμαίνονται πέριξ του 7%, στα καταναλωτικά ξεπερνούν το 14% και στα στεγαστικά στο 3,5%.